Η ρήξη μηνίσκου είναι εξαιρετικά σπάνια σε παιδιά κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης και καθίστανται συχνότερες στην εφηβική και μετέπειτα ηλικία, πιθανόν λόγω αύξησης της μυϊκής δύναμης και μεταβολών στην υφή των μηνίσκων.
Στα παιδιά η αιμάτωση των μηνίσκων καλύπτει σχεδόν ολόκληρη την επιφάνειά τους και είναι εντονότερη στο έξω τριτημόριο. Με την πάροδο της ηλικίας η αιμάτωση περιορίζεται στο έξω τριτημόριο, το οποίο καθίσταται λιγότερο ανθεκτικό, λόγω της αραίωσης της πυκνότητας του δικτύου των κολλαγόνων ινών.
Η κύρια λειτουργία τους είναι να μεταφέρουν τα φορτία από το μηριαίο στην κνήμη κατά τρόπο ομαλό, αυξάνοντας την επιφάνεια επαφής παίζοντας ρόλο «αμορτισέρ» και δευτερευόντως είναι σταθεροποιητικοί παράγοντες του γόνατος. Όταν το γόνατο είναι σε έκταση, διαμέσου των μηνίσκων μεταφέρουν το 50% του βάρους και περίπου το 90% του βάρους όταν το γόνατο είναι σε κάμψη. Έχει αποδειχθεί ότι η απουσία του μηνίσκου οδηγεί σε πρώιμη εκφυλιστι Οι ρήξεις των μηνίσκων παρατηρούνται συχνότερα σε βαρέα αθλήματα και σε αθλήματα επαφής, όπως το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ, το rugby και το αμερικάνικο ποδόσφαιρο. Η συχνότητα ρήξης έσω ως προς τον έξω μηνίσκο είναι περίπου 5:1.
Σε νέα άτομα οι βλάβες (ρήξεις) των μηνίσκων είναι τραυματικής αιτιολογίας και η πιο συνηθισμένη επιβλαβής κίνηση είναι όταν το πόδι «κολλάει» στο έδαφος και το σώμα στρίβει. Πολλές φορές ο ασθενής αναφέρει και αίσθημα κρότου στην άρθρωση του γόνατος. Οι ρήξεις του έσω μηνίσκου προκαλούνται κατά την έσω στροφή του μηρού ως προς την κνήμη, με το πόδι καθηλωμένο στο έδαφος και το γόνατο σε ελαφρά κάμψη και βλαισότητα. Αντίθετα οι ρήξεις του έξω μηνίσκου προκαλούνται κατά την έξω στροφή του μηρού ως προς την κνήμη, με το πόδι καθηλωμένο στο έδαφος και το γόνατο σε ελαφρά κάμψη και ραιβότητα.
Μηνισκικές ρήξεις μπορούν επίσης να συμβούν και κατά την υπερέκταση ή την υπερκάμψη του γόνατος, όπως στην έγερση από βαθύ κάθισμα ή σε άτομα που έχουν παρατεταμένο γονάτισμα, όπως είναι οι εργαζόμενοι που βάζουν πλακάκια και εκείνοι που βάζουν πατώματα. Μετά την ηλικία των 40 ετών, οι μηνισκικές ρήξεις προκαλούνται με την επίδραση μικρότερης έντασης βίας, λόγω της ύπαρξης εκφυλιστικών αλλοιώσεων.
Οι ρήξεις του μηνίσκου μπορεί να είναι μικρές, μερικές ή πλήρεις. Επίσης, διακρίνονται σε κάθετες και οριζόντιες.
Τα συμπτώματα και τα κλινικά σημεία που απορρέουν από την τραυματική ρήξη του έσω και του έξω μηνίσκου είναι χαρακτηριστικά:
Ο πόνος εντοπίζεται συνήθως στην εσωτερική (για τον έσω μηνίσκο) ή στην εξωτερική (για τον έξω μηνίσκο) επιφάνεια του γόνατος. Εμφανίζεται κατά ή αμέσως μετά την άσκηση και αναπαράγεται στην υπέρκαμψη και υπερέκταση του γόνατος ή όταν η κνήμη και το πόδι στρέφονται προς τα έξω (για τον έσω μηνίσκο) ή προς τα έσω (για τον έξω μηνίσκο) καθώς το γόνατο προοδευτικά κάμπτεται (δοκιμασία Mc Murray). Η κινητικότητα του γόνατος είναι περιορισμένη και μπορεί να προκαλέσει ‘εμπλοκή’ του γόνατος, δηλαδή αδυναμία της άρθρωσης να έλθει σε πλήρη έκταση ή σε πλήρη κάμψη. Αρκετά συχνά επίσης, παρατηρείται η παρουσία υγρού στογόνατο (ύδραρθρο), ιδιαίτερα μετά από εξαντλητική άσκηση.
Παρόλα αυτά, η διάγνωση της ρήξης του έσω και του έξω μηνίσκου δεν είναι πάντα τόσο εύκολη. Ωστόσο, η διάγνωση θεωρείται βέβαιη όταν πληρούνται τρία ή περισσότερα από τα ακόλουθα κλινικά κριτήρια:
1. Τοπική ευαισθησία στο έσω μεσάρθριο διάστημα,
2. Πόνος εντοπιζόμενος στο έσω ή έξω (ανάλογα την ρήξη) μεσάρθριο διάστημα στη διάρκεια της υπερέκτασης του γόνατος,
3. Πόνος εντοπιζόμενος στο έσω ή έξω (ανάλογα την ρήξη) μεσάρθριο διάστημα στη διάρκεια υπέρκαμψης του γόνατος,
4. Πόνος που εμφανίζεται κατά την εξωτερική στροφή της κνήμης και του ποδιού, ενώ το γόνατο φέρεται σε διαφορετικό βαθμό κάμψης (για τον έσω μηνίσκο), ή πόνος που εκλύεται κατά την εσωτερική στροφή της κνήμης και του ποδιού όταν το γόνατο έρχεται σε διάφορες μοίρες κάμψης
•ατροφία του τετρακέφαλου μυός (για τον έξω μηνίσκο).
Η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί με αρθρογράφημα, με υπερηχογράφημα ή με Μαγνητική Τομογραφία. Η περισσότερο αξιόπιστη όμως διαγνωστική μέθοδος (η οποία μπορεί να φανεί χρήσιμη και στη θεραπεία) είναι, χωρίς αμφιβολία, η αρθροσκόπηση, που λαμβάνει χώρα στο χώρο του χειρουργείου, υπό γενική αναισθησία και με άσηπτες συνθήκες.
Από θεραπευτική άποψη, ο αθλητής θα πρέπει να ακολουθεί πρόγραμμα ισομετρικών ασκήσεων του τετρακεφάλου και οπίσθιων μηριαίων, όταν υπάρχει η υποψία ρήξης του έσω μηνίσκου. Παρόλα αυτά, οι ασκήσεις ενδυνάμωσης του τετρακέφαλου και των οπίσθιων μηριαίων μυών πρέπει να λαμβάνουν χώρα πριν από την επέμβαση για την αφαίρεση του κομμένου τμήματος του μηνίσκου, γιατί έτσι αποφεύγεται η ανεπιθύμητη ατροφία των μυών και η παράταση της περιόδου αποκατάστασης.
Η χειρουργική επέμβαση περιλαμβάνει αφαίρεση ή επανασυρραφή του κομμένου τμήματος του μηνίσκου. Σε περιπτώσεις οξείας εμπλοκής, η επέμβαση θα πρέπει να πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατό. Ορισμένες ρήξεις μπορούν ν' αποκατασταθούν ικανοποιητικά στη διάρκεια της αρθροσκόπησης. Μ' αυτό τον τρόπο, οι ουλές της αρθροσκόπησης καθώς και το οίδημα κι ο πόνος μειώνονται στο ελάχιστο, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει μετά μία ανοικτή μηνισκεκτομή.
Εξάλλου, το γόνατο μετά την αρθροσκόπηση ανακτά τη λειτουργικότητά του πολύ σύντομα. Μολαταύτα, τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα της μηνισκεκτομής (ανοικτής ή αρθροσκοπικής) είναι ανεξάρτητα από τη μέθοδο που ακολουθήθηκε.
Μετά την επέμβαση, η φυσικοθεραπευτική αποκατάσταση περιλαμβάνει ένα πρόγραμμα ισομετρικών και ισοτονικών ασκήσεων ενδυνάμωσης του τετρακέφαλου και των οπίσθιων μηριαίων μυών, το οποίο πρέπει να εφαρμοσθεί το συντομότερο δυνατό μετά την επέμβαση. Οι πατερίτσες μπορεί να φανούν χρήσιμες για τις μετακινήσεις του ασθενούς τις 1-2 πρώτες μετεγχειρητικές ημέρες, ενώ η κίνηση του γόνατος επιτρέπεται από τα πρώτα 24ωρα μέχρι το «κατώφλι του πόνου».
Ο αθλητής που έχει υποβληθεί σε μηνισκεκτομή δεν θα πρέπει να επιστρέψει στα πλήρη προπονητικά σχήματα αν δεν έχει προηγουμένως αποκαταστήσει την κινητικότητα του γόνατος και την ισχύ των μυών που το κινούν. Απαιτούνται συνήθως 4-8 εβδομάδες μετά την ανοικτή μηνισκεκτομή ή 2-4 εβδομάδες μετά την αρθροσκοπική μηνισκεκτομή.
Έχει διαπιστωθεί, από κλινικές και πειραματικές μελέτες, ότι μερικούς μήνες μετά τη χειρουργική αφαίρεση του μηνίσκου, ένας νέος «μηνίσκος» αρχίζει προοδευτικά να σχηματίζεται στη θέση του παλαιού. Ο νεοσχηματιζόμενος μηνίσκος αποτελείται από αραιότερες ίνες συνδετικού ιστού και μπορεί να υποστεί ευκολότερα ρήξη, δίνοντας συμπτώματα παρόμοια με την αρχική κάκωση.
Οι αθλητές που υποβλήθηκαν σε μηνισκεκτομή έχουν την πιθανότητα ν' αναπτύξουν, μετά από πολλά χρόνια συστηματικής αθλητικής ενασχόλησης, εκφυλιστικές αλλοιώσεις αρθροπάθειας στους αρθρικούς χόνδρους του γόνατος.